- ἀλαλητῷ
- ἀλαλητόςshout of victorymasc dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀλαλήτῳ — ἀλάλητος unspeakable masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κἀλαλητῶι — ἀλαλητῷ , ἀλαλητός shout of victory masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κἀλαλητῷ — ἀλαλητῷ , ἀλαλητός shout of victory masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)